18 ΙΟΥΛΙΟΥ 2018
Κληρονομικά Δικαιώματα και Facebook: oι κληρονόμοι αποκτούν δικαιώματα στο λογαριασμό του αποθανόντος χρήστη

 

Το χρονικό της υπόθεσης

Το 2012 στο Βερολίνο, ένα κορίτσι ηλικίας 15 ετών παρασύρεται υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες από συρμό του μετρό. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο, όπου και διαπιστώνεται ο θάνατός του. Έκτοτε οι γονείς ζούνε με την τραγική υποψία ότι αυτοκτόνησε, χωρίς όμως να μπορούν να γνωρίζουν κατά πόσο ο θάνατος του οφείλεται πράγματι σε αυτοκτονία, ή αντιθέτως σε ατύχημα. Προσπαθώντας να διώξουν τα ερωτηματικά και να λάβουν απαντήσεις, ζητούν από το Facebook να τους παραχωρήσει πρόσβαση στον λογαριασμό της κόρης τους, ευελπιστώντας πως, διαβάζοντας τα μηνύματα που αντάλλασσε, θα ξεκαθαρίσει το τοπίο και θα διαλευκανθούν επιτέλους τα αίτια του θανάτου της. Το Facebook επικαλούμενο την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών αρνείται να παραχωρήσει πρόσβαση στον λογαριασμό, μη αφήνοντας στους γονείς άλλη λύση, από το να προσφύγουν στη δικαιοσύνη. Την δικαστική διαδικασία κίνησε η μητέρα και συγκληρονόμος του νεαρού κοριτσιού, η οποία και ενήγαγε το Facebookαπαιτώντας πλήρη πρόσβαση στο συνολικό περιεχόμενο του λογαριασμού.

Χαρακτηριστικό είναι πως οι γονείς γνώριζαν τον κωδικό πρόσβασης του λογαριασμού. Όταν ωστόσο προσπάθησαν μετά τον θάνατό του κοριτσιού να εισέλθουν σε αυτόν, διαπίστωσαν πως δεν μπορούσαν, αφού το προφίλ χρήστη είχε δώσει την θέση του στην λεγόμενη «εις μνήμην» κατάσταση, ένα status Προφίλ που καμία σχέση δεν έχει με τον αρχικό λογαριασμό, αλλά αποτελεί κάτι σαν ψηφιακό βιβλίο συλλυπητηρίων και το οποίο το Facebook δημιουργεί μετά την πληροφόρηση από οποιονδήποτε χρήστη ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο, αρχικός κάτοχος του λογαριασμού, έχει αποβιώσει.

Η μητέρα ζήτησε με την αγωγή της να αποκτήσει πλήρη πρόσβαση στον αρχικό λογαριασμό της κόρης της στο Facebook και κυρίως στην εκεί ευρισκόμενη αλληλογραφία της. Υποστήριξε ότι ως νόμιμη κληρονόμος χρειαζόταν αναγκαστικά να έχει πρόσβαση στο πλήρες περιεχόμενο του αρχικού λογαριασμού, ούτως ώστε να εξακριβώσει αν πράγματι η κόρη της είχε βλέψεις αυτοκτονίας, κι έτσι να είναι σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο μπορεί να διεκδικήσει χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη από την BVG, επιχείρηση μέσων μαζικής μεταφοράς Βερολίνου.

Ωστόσο, τόσο σε πρώτο, όσο και σε δεύτερο βαθμό, το Facebook ενέμεινε στην άρνησή του να παραχωρήσει πρόσβαση στον αρχικό λογαριασμό, υποστηρίζοντας ότι η λεγόμενη «εις μνήμην» κατάσταση, αποτελεί μέσο προστασίας των δικαιωμάτων τόσο του νεκρού χρήστη, όσο και των τρίτων-επαφών του στο Facebook.

Ενώ, όμως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή, το Facebook άσκησε έφεση η οποία και τελεσφόρησε με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί η πρωτόδικη απόφαση. Κατά της απόφασης του Εφετείου ασκήθηκε αναίρεση, η οποία εκδικάστηκε από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο (Bundesgerichtshof).

 

Η απόφαση του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου:

ToΑνώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο συνεδριάζοντας την Παρασκευή 12 Ιουλίου του 2018 στην έδρα του στην Καρλσρούη, εξέδωσε μια ριζοσπαστική απόφαση για τα ευρωπαϊκά νομικά δεδομένα η οποία σίγουρα θα συζητηθεί. Το Δικαστήριο, προβαίνοντας σε διεύρυνση της παραδοσιακή έννοιας της κληρονομίας, αναγνωρίζοντας και μία ψηφιακή εκδοχής της, έκρινε ότι οι λογαριασμοί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι σε κάθε περίπτωση κληρονομητοί, με αποτέλεσμα οι κληρονόμοι να αποκτούν αυτομάτως από τον θάνατο του χρήστη πλήρες δικαίωμα επ’αυτού, χωρίς όμως να καθίσταται απολύτως σαφές, εάν η απόφαση αναφέρεται μόνον σε δικαίωμα πρόσβασης ή και σε δικαίωμα πλήρους χρήσης και διαχείρισης. 

Το Δικαστήριο έκρινε συγκεκριμένα ότι οι κληρονόμοι -μητέρα και πατέρας του νεαρού κοριτσιού- έχουν αγώγιμη αξίωση κατά του εναγομένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης Facebook, προς παραχώρηση πρόσβασης στον αρχικό λογαριασμό της κληρονομουμένης και στο εκεί ευρισκόμενο περιεχόμενο. Το εν λόγω δικαίωμα προκύπτει από την σύμβαση χρήσης μεταξύ της κόρης της ενάγουσας και του εναγομένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης, συμβατική σχέση η οποία ενόψει της καθολικής διαδοχής που θεσπίζει η § 1922 εδ.1 του Γερμανικού ΑΚ περιέρχεται καθ’ ολοκληρίαν στους κληρονόμους γονείς της. Μάλιστα το κληρονομητό της ως άνω σύμβασης χρήσης δεν αποκλείεται από συμβατικούς όρους που υφίστανται σε αυτή αφού οι γενικοί όροι χρήσης δεν περιέχουν καμία σχετική ρύθμιση. Οι ρήτρες κατά τις οποίες μετά θάνατον ο λογαριασμός μετατρέπονται αυτομάτως σε κατάσταση «εις μνήμην» δεν έχουν κατά το Δικαστήριο καμία ισχύ· οι παραπάνω ρήτρες είναι κατά περιεχόμενο ανενεργές και εκ μόνης της αντίθεσης τους με τους περιορισμούς της § 307 εδ. 1 και 2 του Γερμανικού ΑΚ – διάταξη που θέτει κριτήρια ελέγχου του περιεχομένου Γ.Ο.Σ. με βάση την καλή πίστη, την μη αντίθεση σε κανόνα δικαίου και την μη υπέρμετρη δέσμευση της ελευθερίας του αντισυμβαλλομένου.

Σύμφωνα μάλιστα με το Ανώτατο Δικαστήριο, το μη κληρονομητό της σύμβασης χρήσης δεν προκύπτει ούτε από τη φύση της συμβατικής σχέσης· συγκεκριμένα -τονίζει το Δικαστήριο- η σύμβαση χρήσης δεν αποτελεί συμβατική σχέση αυστηρά προσωποπαγούς φύσης. Ο αυστηρά προσωποπαγής χαρακτήρας δεν προκύπτει από σιωπηρά προϋποτιθέμενους και ενυπάρχοντες στην σύμβαση χρήσης λόγους προστασίας του δικαιώματος προσωπικότητας των λοιπών χρηστών με τους οποίους ήταν συνδεδεμένο και επικοινωνούσε το νεαρό κορίτσι. Και ναι μεν, έχει κανείς την προσδοκία με την σύναψη μιας σύμβασης χρήσης με τον πάροχο ενός μέσου κοινωνικής δικτύωσης -εν προκειμένω το Facebook- ότι τα μηνύματα μεταξύ των κοινωνών – μελών του δικτύου παραμένουν σε κάθε περίπτωση εμπιστευτικά και απόρρητα και δεν γνωστοποιούνται από τον εναγόμενο σε τρίτους. Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση, η συμβατική υποχρέωση του εναγομένου Facebook προς μετάδοση και διάθεση μηνυμάτων και του λοιπού περιεχομένου του λογαριασμού αφορά εκ των προτέρων και είναι συνδεδεμένη αποκλειστικά και μόνον με τον εκάστοτε λογαριασμό. Δεν έχει δηλαδή  ως περιεχόμενο τη διάθεση/εμφάνιση του περιεχομένου σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά, αντιθέτως, στον συγκεκριμένο λογαριασμό. Σύμφωνα δηλαδή με το Δικαστήριο αφορά τον συγκεκριμένο λογαριασμό ως ψηφιακό χώρο εντός του οποίου και μόνον υποχρεούται το Facebook να διαθέτει το σχετικό περιεχόμενο, κι όχι το εκάστοτε πρόσωπο που τον διαχειρίζεται.

Ο αποστολέας ενός μηνύματος μπορεί αντιστοίχως να αναμένει εύλογα ότι το Facebookθα διαθέτει το εκάστοτε μήνυμά του σε εκείνο και μόνον τον λογαριασμό στον οποίο αυτός επέλεξε να το απευθύνει. Δεν υφίσταται, ωστόσο, καμία άξια προστασίας εμπιστοσύνη, κατά την οποία μόνον ο κάτοχος του λογαριασμού και όχι τρίτοι αποκτούν γνώση του περιεχομένου του. Ο εκάστοτε αποστολέας κατά τη διάρκεια της ζωής του χρήστη πρέπει να έχει κατά νου τον κίνδυνο κατάχρησης της πρόσβασης από τρίτους ή την παροχή πρόσβασης από τον ίδιο τον δικαιούχο του λογαριασμού σε τρίτους, ενώ μετά τον θάνατο του χρήστη πρέπει να έχει υπόψη του την κληρονομική διαδοχή στην συμβατική σχέση, δηλαδή την υπεισέλευση των κληρονόμων στον λογαριασμό του αρχικού χρήστη.

Επιπρόσθετα, έκρινε το Δικαστήριο πως μια διαφοροποίηση της πρόσβασης στον λογαριασμό με βάση τη διάκριση του περιεχομένου του σε περιουσιακό και προσωπικό αποκλείεται, καθώς σύμφωνα με τις νομοθετικές εκτιμήσεις -του Γερμανού νομοθέτη- μεταβιβάζονται κληρονομικά ακόμη και έννομες θέσεις με άκρως προσωπικό περιεχόμενο. Έτσι, όπως συνάγεται από την § 2047 εδ. 2 και την § 2373 εδ. 2 του γερμανικού ΑΚ, κληρονομούνται αναλογικά έγγραφα π.χ. ημερολόγια και προσωπικά γράμματα. Από πλευράς λοιπόν κληρονομικού δικαίου δεν υφίσταται κανένας λόγος να υπάρξει διαφοροποίηση του ψηφιακού περιεχόμενου.

Μάλιστα το μη κληρονομητό της ανωτέρω έννομης σχέσης λόγω του μεταθανάτιου δικαιώματος στην προσωπικότητα της κληρονομουμένης πρέπει επίσης κατά το Δικαστήριο να αποκλειστεί.

Η αξίωση της ενάγουσας για πρόσβαση στο λογαριασμό δεν αντίκειται ούτε στο απόρρητο των επικοινωνιών. Καθώς ο κληρονόμος υπεισέρχεται καθ’ ολοκληρίαν στην έννομη θέση του κληρονομούμενου, δεν είναι σε καμία περίπτωση «άλλος» κατά την έννοια της § 88 εδ.3 του γερμανικού Νόμου περί Τηλεπικοινωνιών, και ως εκ τούτου ευθύς εξ αρχής καμία προσβολή του απορρήτου των επικοινωνιών υφίσταται.

Τέλος, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η αξίωση της ενάγουσας δεν έρχεται σε αντίθεση ούτε με το δίκαιο προστασίας προσωπικών δεδομένων. Το Δικαστήριο εφήρμοσε τον νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό 2016/679 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων (ΓΚΠΠΔ) και έκρινε ότι το αίτημα της ενάγουσας  για πρόσβαση στον λογαριασμό της κόρης της δεν προσκρούει σε αυτόν. Σε σχέση με την κληρονομουμένη, δεν μπορεί να γίνει λόγος για συμφέροντα της που άπτονται του δικαίου προστασίας προσωπικών δεδομένων, καθώς ο ΓΚΠΠΔ προστατεύει μόνον πρόσωπα που είναι εν ζωή. Αλλά και σε σχέση με τρίτους, με τους οποίους συναναστρεφόταν μέσω του Facebook η κληρονομούμενη, η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων τους, που ενυπάρχουν σε μηνύματα ή και οπουδήποτε αλλού, είναι επιτρεπτή, τόσο με βάση το άρθρο 6 παρ. 1 στοιχείο β΄ του Κανονισμού, όσο και βάσει του στοιχείου στ΄ του παραπάνω άρθρου, καθώς πρόκειται για επεξεργασία που είναι απαραίτητη αφενός προς εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων (στοιχείο β΄), αφετέρου προς ικανοποίηση υπερεχόντων εννόμων συμφερόντων των  κληρονόμων (στοιχείο στ΄).

Με βάση τα ως τώρα γνωστά στοιχεία - το συνολικό κείμενο της απόφασης δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί, παρά μόνον η περίληψή του (Pressemitteilungστον ιστότοπο της σελίδας του Bundesgerichtshof)-, προκύπτει ότι πρόκειται σίγουρα για μία απόφαση η οποία θα προκαλέσει έντονες συζητήσεις στους νομικούς κύκλους της Ευρώπης. Το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, προβαίνοντας σε μια προσπάθεια επικαιροποίησης του κληρονομικού δικαίου και προσαρμογής του στην ψηφιακή εποχή, διευρύνει την παραδοσιακή έννοια της κληρονομίας και αναγνωρίζει κληρονομικά δικαιώματα σε λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης αποθανόντων χρηστών. Κι ενώ πράγματι, φαίνεται κατ’ αρχάς να κινείται πέραν του παγιωμένου νομικού φορμαλισμού, αίροντας την ασυμφωνία δικαίου και πραγματικότητας που οφείλεται στην αδράνεια του νομοθέτη, και λειτουργώντας κατ’ ουσίαν δικαιοπλαστικά, τα κριτήρια τα οποία χρησιμοποιεί για να διαγνώσει το κληρονομητό των λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης είναι αμιγώς φορμαλιστικά και πάντως δεν φαίνονται να ανταποκρίνονται πλήρως ούτε στη φύση, ούτε στην τελολογία των συμβάσεων χρήσης.

Με τη λογική αυτή του Δικαστηρίου κληρονομητοί πρέπει να θεωρηθούν και οι λογαριασμοί στο Gmail, στο Instagram…ακόμη και στο Τinder. Στην περίληψη δε της απόφασης που δημοσίευσε το Ανώτατο Δικαστήριο (Pressemitteilung) στην ηλεκτρονική του σελίδα γίνεται λόγος για υπεισέλευση του κληρονόμου στη θέση του κληρονομούμενου κατά τους κανόνες της καθολικής διαδοχής, χωρίς να γίνεται σαφές κατά πόσο η υπεισέλευση αφορά μόνον στο δικαίωμα πρόσβασης στα στοιχεία του λογαριασμού ή και στο δικαίωμα πλήρους διαχείρισης και χρήσης του. Aν όμως κατά το Δικαστήριο η κληρονομική διαδοχή αφορά -όπως υπαινίσσεται η απόφαση κάνοντας λόγο για διαδοχή στη σύμβαση χρήσης, χωρίς να προβαίνει σε περαιτέρω διακρίσεις- και στα δικαιώματα χρήσης του λογαριασμού, φαίνεται να μην λαμβάνεται καθόλου υπόψη, ούτε ο κίνδυνος μεγάλης σύγχυσης που θα προκαλούσε στις καθημερινές σχέσεις μια τέτοια διαδοχή, ούτε όμως και οι κίνδυνοι που θα ενείχε κάτι τέτοιο για τις συναλλαγές onlineπροφίλ αποθανόντων χρηστών να εμφανίζονται ως ενεργά κι έτσι άνθρωποι που έχουν πεθάνει να παρουσιάζονται διαδικτυακά ως ζωντανοί.

Αλλά και πέρα από το ανωτέρω πρακτικό πρόβλημα, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν φαίνεται να εκτιμά σωστά ούτε τον αυστηρά προσωποπαγή χαρακτήρα των λογαριασμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ούτε όμως και την εύλογη πεποίθηση του εκάστοτε τρίτου χρήστη, ο οποίος επιλέγει να συνδεθεί διαδικτυακά με συγκεκριμένο πρόσωπο -και όχι απλά με συγκεκριμένο λογαριασμό-, πως το περιεχόμενο που μοιράζεται -το οποίο βέβαια δεν συνίσταται μόνον σε μηνύματα, αλλά μπορεί π.χ. να είναι προσωπικές φωτογραφίες κλπ.- με τον εκάστοτε χρήστη θα εξαντληθεί και θα περιοριστεί στην μεταξύ τους και μόνον σχέση. Αλήθεια, ποιος από εμάς, όταν στέλνει ένα μήνυμα σε κάποιο χρήστη του Facebook υπολογίζει το ενδεχόμενο το μήνυμα να διαβαστεί όχι μόνο από τον συγκεκριμένο αποδέκτη που έχει επιλέξει, αλλά αντίθετα, από έναν εν δυνάμει απροσδιόριστο αριθμό ατόμων; Ποιος από εμάς υπολογίζει το ενδεχόμενο ένα προσωπικό μήνυμα προς τον καλύτερό του φίλο, να διαβαστεί από τους γονείς του, τα αδέρφια του, την ευρύτερη οικογένειά του, ακόμη και τρίτους; Μάλλον κανείς. Όλοι απευθύνουμε μηνύματα σε συγκεκριμένους χρήστες με σκοπό να διαβαστούν μόνον από αυτούς και πάντως χωρίς να έχουμε κατά νου ότι σε περίπτωση θανάτου τους το περιεχόμενο τους θα γνωστοποιηθεί στους κληρονόμους τους. Είναι δυνατόν στην αντίθετη περίπτωση -όταν δηλαδή παρά την θέλησή μας γνωστοποιείται περιεχόμενο και των μηνυμάτων μας σε τρίτους- να μην παραβιάζεται το απόρρητο των επικοινωνιών; Το τυποκρατικό δε και πάντως όχι ουσιαστικό επιχείρημα του Δικαστηρίου ότι, καθόσον έχει επέλθει κληρονομική διαδοχή, δεν πληρούται η προϋπόθεση του «άλλου» (andere) δεν φαίνεται να πείθει, αφού το ότι οι κληρονόμοι -εφόσον βέβαια δεχτούμε δυνατότητα κληρονομικής διαδοχής επί λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης, δυνατότητα που ενδεχομένως παρίσταται βάσιμη στην γερμανική έννομη τάξη ενόψει των §§ 20147εδ.2 και 2373 εδ.2 του γερμανικού ΑΚ - δεν εμπίπτουν στην ως άνω έννοια είναι ζητούμενο και πάντως όχι δεδομένο.

Kαι ναι μεν, ως προς ψηφιακά στοιχεία με περιουσιακή αποτίμηση όπως π.χ. μια συλλογή apple-i-tunes, είναι απόλυτα λογικό και επιβεβλημένο να χωρεί κληρονομική διαδοχή. Μπορεί όμως να γίνει το ίδιο και με τα ψηφιακά στοιχεία τα αμιγώς προσωποπαγή; Γίνεται μία προσωπική έννομη σχέση να τύχει ακριβώς ίδιας ρύθμισης με μία περιουσιακής φύσης, ιδίως όταν κάτι τέτοιο συνεπάγεται την πρόσβαση σε πλήθος προσωπικών δεδομένων άλλων χρηστών και δη δεδομένων που δεν συνδέονται άμεσα ή πρωταρχικά με τα δεδομένα του αποθανόντος προσώπου όπως π.χ. είναι η πρόσβαση στο «κλειστό» προφίλ ενός άλλου χρήστη και στα ποικίλα δεδομένα που εκεί εμφανίζονται τόσο από τον ίδιο, όσο και από άλλα πρόσωπα; Σε κάθε περίπτωση δεν θα ήταν σωστό να γίνεται λόγος για κληρονομική διαδοχή άνευ όρων· αντιθέτως, σκόπιμο θα ήταν το Δικαστήριο να υποχρεώσει το Facebook, να ενημερώσει όλους του συνδεδεμένους με το συγκεκριμένο λογαριασμό χρήστες, και μάλιστα πριν ακόμη παραχωρηθεί άδεια πρόσβασης στους κληρονόμους, ότι ο λογαριασμός θα περιέλθει σε τρίτους, ώστε ο εκάστοτε χρήστης να είναι σε θέση να διαγράψει/αποκρύψει οτιδήποτε δεν επιθυμεί να περιέλθει στη σφαίρα γνώσης των κληρονόμων.

Τέλος, ακόμη κι αν παραβλέψει κανείς όλα τα ανωτέρω διερωτάται: είναι πράγματι σωστή η εφαρμογή του άρθρου 6 του ΓΚΠΠΔ στην προκειμένη περίπτωση; Είναι πράγματι τα περιουσιακά συμφέροντα της κληρονομίας υπερέχοντα σε σχέση με τα συμφέροντα του εκάστοτε χρήστη, υποκειμένου προσωπικών δεδομένων, ώστε να δικαιολογείται νομικά η παρά τη συγκατάθεσή του επέμβαση στην ιδιωτική σφαίρα του και η με αυτό τον τρόπο προσβολή του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα; Και αντίστροφα: είναι το από τον ΧΘΔΕΕ, τον ΓΚΠΠΔ και την ΕΣΔΑ προστατευόμενο δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή του εκάστοτε χρήστη του Facebook λιγότερο σημαντικό σε σχέση με τα συμφέροντα των κληρονόμων αποθανόντος χρήστη, ώστε να δεχόμαστε υποχώρηση του πρώτου για χάρη των δεύτερων; Είναι σωστή μία τέτοια στάθμιση και σε κάθε περίπτωση, μπορεί πράγματι να γίνεται inabstracto, όπως κάνει το Δικαστήριο;

Συμπερασματικά, εμφανές είναι πως πρόκειται για μία απόφαση καινοτόμα. Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο φαίνεται να παραγνωρίζει την φύση και τον σκοπό χρήσης λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίοι συνδέονται κατά κανόνα -πλην ενδεχομένως των περιπτώσεων εταιρικών προφίλ- με συγκεκριμένο πρόσωπο-χρήστη, το οποίο αναγνωρίζει έναν τέτοιο λογαριασμό ως προσωπικό ψηφιακό του χώρο, ως έκφανση της προσωπικότητάς του σε ψηφιακό επίπεδο, εν τέλει δε ως έκφανση της ιδιωτικής του σφαίρας σε επίπεδο διαδικτύου. Σίγουρα δε το πρόβλημα της ενάγουσας θα μπορούσε να επιλυθεί με διαφορετική νομική θεμελίωση, και πάντως όχι με τη διαστροφή μιας αμιγώς προσωποπαγούς σχέσης -όπως αυτή του χρήστη με το λογαριασμό του- σε σχέση ουδέτερη και συνεπώς κληρονομητή. 

Κληρονομικά Δικαιώματα και Facebook: oι κληρονόμοι αποκτούν δικαιώματα στο λογαριασμό του αποθανόντος χρήστη

 

Το χρονικό της υπόθεσης

Το 2012 στο Βερολίνο, ένα κορίτσι ηλικίας 15 ετών παρασύρεται υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες από συρμό του μετρό. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο, όπου και διαπιστώνεται ο θάνατός του. Έκτοτε οι γονείς ζούνε με την τραγική υποψία ότι αυτοκτόνησε, χωρίς όμως να μπορούν να γνωρίζουν κατά πόσο ο θάνατος του οφείλεται πράγματι σε αυτοκτονία, ή αντιθέτως σε ατύχημα. Προσπαθώντας να διώξουν τα ερωτηματικά και να λάβουν απαντήσεις, ζητούν από το Facebook να τους παραχωρήσει πρόσβαση στον λογαριασμό της κόρης τους, ευελπιστώντας πως, διαβάζοντας τα μηνύματα που αντάλλασσε, θα ξεκαθαρίσει το τοπίο και θα διαλευκανθούν επιτέλους τα αίτια του θανάτου της. Το Facebook επικαλούμενο την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών αρνείται να παραχωρήσει πρόσβαση στον λογαριασμό, μη αφήνοντας στους γονείς άλλη λύση, από το να προσφύγουν στη δικαιοσύνη. Την δικαστική διαδικασία κίνησε η μητέρα και συγκληρονόμος του νεαρού κοριτσιού, η οποία και ενήγαγε το Facebookαπαιτώντας πλήρη πρόσβαση στο συνολικό περιεχόμενο του λογαριασμού.

Χαρακτηριστικό είναι πως οι γονείς γνώριζαν τον κωδικό πρόσβασης του λογαριασμού. Όταν ωστόσο προσπάθησαν μετά τον θάνατό του κοριτσιού να εισέλθουν σε αυτόν, διαπίστωσαν πως δεν μπορούσαν, αφού το προφίλ χρήστη είχε δώσει την θέση του στην λεγόμενη «εις μνήμην» κατάσταση, ένα status Προφίλ που καμία σχέση δεν έχει με τον αρχικό λογαριασμό, αλλά αποτελεί κάτι σαν ψηφιακό βιβλίο συλλυπητηρίων και το οποίο το Facebook δημιουργεί μετά την πληροφόρηση από οποιονδήποτε χρήστη ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο, αρχικός κάτοχος του λογαριασμού, έχει αποβιώσει.

Η μητέρα ζήτησε με την αγωγή της να αποκτήσει πλήρη πρόσβαση στον αρχικό λογαριασμό της κόρης της στο Facebook και κυρίως στην εκεί ευρισκόμενη αλληλογραφία της. Υποστήριξε ότι ως νόμιμη κληρονόμος χρειαζόταν αναγκαστικά να έχει πρόσβαση στο πλήρες περιεχόμενο του αρχικού λογαριασμού, ούτως ώστε να εξακριβώσει αν πράγματι η κόρη της είχε βλέψεις αυτοκτονίας, κι έτσι να είναι σε θέση να γνωρίζει κατά πόσο μπορεί να διεκδικήσει χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη από την BVG, επιχείρηση μέσων μαζικής μεταφοράς Βερολίνου.

Ωστόσο, τόσο σε πρώτο, όσο και σε δεύτερο βαθμό, το Facebook ενέμεινε στην άρνησή του να παραχωρήσει πρόσβαση στον αρχικό λογαριασμό, υποστηρίζοντας ότι η λεγόμενη «εις μνήμην» κατάσταση, αποτελεί μέσο προστασίας των δικαιωμάτων τόσο του νεκρού χρήστη, όσο και των τρίτων-επαφών του στο Facebook.

Ενώ, όμως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκανε δεκτή την αγωγή, το Facebook άσκησε έφεση η οποία και τελεσφόρησε με αποτέλεσμα να εξαφανιστεί η πρωτόδικη απόφαση. Κατά της απόφασης του Εφετείου ασκήθηκε αναίρεση, η οποία εκδικάστηκε από το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο (Bundesgerichtshof).

 

Η απόφαση του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου:

ToΑνώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο συνεδριάζοντας την Παρασκευή 12 Ιουλίου του 2018 στην έδρα του στην Καρλσρούη, εξέδωσε μια ριζοσπαστική απόφαση για τα ευρωπαϊκά νομικά δεδομένα η οποία σίγουρα θα συζητηθεί. Το Δικαστήριο, προβαίνοντας σε διεύρυνση της παραδοσιακή έννοιας της κληρονομίας, αναγνωρίζοντας και μία ψηφιακή εκδοχής της, έκρινε ότι οι λογαριασμοί των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι σε κάθε περίπτωση κληρονομητοί, με αποτέλεσμα οι κληρονόμοι να αποκτούν αυτομάτως από τον θάνατο του χρήστη πλήρες δικαίωμα επ’αυτού, χωρίς όμως να καθίσταται απολύτως σαφές, εάν η απόφαση αναφέρεται μόνον σε δικαίωμα πρόσβασης ή και σε δικαίωμα πλήρους χρήσης και διαχείρισης. 

Το Δικαστήριο έκρινε συγκεκριμένα ότι οι κληρονόμοι -μητέρα και πατέρας του νεαρού κοριτσιού- έχουν αγώγιμη αξίωση κατά του εναγομένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης Facebook, προς παραχώρηση πρόσβασης στον αρχικό λογαριασμό της κληρονομουμένης και στο εκεί ευρισκόμενο περιεχόμενο. Το εν λόγω δικαίωμα προκύπτει από την σύμβαση χρήσης μεταξύ της κόρης της ενάγουσας και του εναγομένου μέσου κοινωνικής δικτύωσης, συμβατική σχέση η οποία ενόψει της καθολικής διαδοχής που θεσπίζει η § 1922 εδ.1 του Γερμανικού ΑΚ περιέρχεται καθ’ ολοκληρίαν στους κληρονόμους γονείς της. Μάλιστα το κληρονομητό της ως άνω σύμβασης χρήσης δεν αποκλείεται από συμβατικούς όρους που υφίστανται σε αυτή αφού οι γενικοί όροι χρήσης δεν περιέχουν καμία σχετική ρύθμιση. Οι ρήτρες κατά τις οποίες μετά θάνατον ο λογαριασμός μετατρέπονται αυτομάτως σε κατάσταση «εις μνήμην» δεν έχουν κατά το Δικαστήριο καμία ισχύ· οι παραπάνω ρήτρες είναι κατά περιεχόμενο ανενεργές και εκ μόνης της αντίθεσης τους με τους περιορισμούς της § 307 εδ. 1 και 2 του Γερμανικού ΑΚ – διάταξη που θέτει κριτήρια ελέγχου του περιεχομένου Γ.Ο.Σ. με βάση την καλή πίστη, την μη αντίθεση σε κανόνα δικαίου και την μη υπέρμετρη δέσμευση της ελευθερίας του αντισυμβαλλομένου.

Σύμφωνα μάλιστα με το Ανώτατο Δικαστήριο, το μη κληρονομητό της σύμβασης χρήσης δεν προκύπτει ούτε από τη φύση της συμβατικής σχέσης· συγκεκριμένα -τονίζει το Δικαστήριο- η σύμβαση χρήσης δεν αποτελεί συμβατική σχέση αυστηρά προσωποπαγούς φύσης. Ο αυστηρά προσωποπαγής χαρακτήρας δεν προκύπτει από σιωπηρά προϋποτιθέμενους και ενυπάρχοντες στην σύμβαση χρήσης λόγους προστασίας του δικαιώματος προσωπικότητας των λοιπών χρηστών με τους οποίους ήταν συνδεδεμένο και επικοινωνούσε το νεαρό κορίτσι. Και ναι μεν, έχει κανείς την προσδοκία με την σύναψη μιας σύμβασης χρήσης με τον πάροχο ενός μέσου κοινωνικής δικτύωσης -εν προκειμένω το Facebook- ότι τα μηνύματα μεταξύ των κοινωνών – μελών του δικτύου παραμένουν σε κάθε περίπτωση εμπιστευτικά και απόρρητα και δεν γνωστοποιούνται από τον εναγόμενο σε τρίτους. Ωστόσο, σύμφωνα με την απόφαση, η συμβατική υποχρέωση του εναγομένου Facebook προς μετάδοση και διάθεση μηνυμάτων και του λοιπού περιεχομένου του λογαριασμού αφορά εκ των προτέρων και είναι συνδεδεμένη αποκλειστικά και μόνον με τον εκάστοτε λογαριασμό. Δεν έχει δηλαδή  ως περιεχόμενο τη διάθεση/εμφάνιση του περιεχομένου σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά, αντιθέτως, στον συγκεκριμένο λογαριασμό. Σύμφωνα δηλαδή με το Δικαστήριο αφορά τον συγκεκριμένο λογαριασμό ως ψηφιακό χώρο εντός του οποίου και μόνον υποχρεούται το Facebook να διαθέτει το σχετικό περιεχόμενο, κι όχι το εκάστοτε πρόσωπο που τον διαχειρίζεται.

Ο αποστολέας ενός μηνύματος μπορεί αντιστοίχως να αναμένει εύλογα ότι το Facebookθα διαθέτει το εκάστοτε μήνυμά του σε εκείνο και μόνον τον λογαριασμό στον οποίο αυτός επέλεξε να το απευθύνει. Δεν υφίσταται, ωστόσο, καμία άξια προστασίας εμπιστοσύνη, κατά την οποία μόνον ο κάτοχος του λογαριασμού και όχι τρίτοι αποκτούν γνώση του περιεχομένου του. Ο εκάστοτε αποστολέας κατά τη διάρκεια της ζωής του χρήστη πρέπει να έχει κατά νου τον κίνδυνο κατάχρησης της πρόσβασης από τρίτους ή την παροχή πρόσβασης από τον ίδιο τον δικαιούχο του λογαριασμού σε τρίτους, ενώ μετά τον θάνατο του χρήστη πρέπει να έχει υπόψη του την κληρονομική διαδοχή στην συμβατική σχέση, δηλαδή την υπεισέλευση των κληρονόμων στον λογαριασμό του αρχικού χρήστη.

Επιπρόσθετα, έκρινε το Δικαστήριο πως μια διαφοροποίηση της πρόσβασης στον λογαριασμό με βάση τη διάκριση του περιεχομένου του σε περιουσιακό και προσωπικό αποκλείεται, καθώς σύμφωνα με τις νομοθετικές εκτιμήσεις -του Γερμανού νομοθέτη- μεταβιβάζονται κληρονομικά ακόμη και έννομες θέσεις με άκρως προσωπικό περιεχόμενο. Έτσι, όπως συνάγεται από την § 2047 εδ. 2 και την § 2373 εδ. 2 του γερμανικού ΑΚ, κληρονομούνται αναλογικά έγγραφα π.χ. ημερολόγια και προσωπικά γράμματα. Από πλευράς λοιπόν κληρονομικού δικαίου δεν υφίσταται κανένας λόγος να υπάρξει διαφοροποίηση του ψηφιακού περιεχόμενου.

Μάλιστα το μη κληρονομητό της ανωτέρω έννομης σχέσης λόγω του μεταθανάτιου δικαιώματος στην προσωπικότητα της κληρονομουμένης πρέπει επίσης κατά το Δικαστήριο να αποκλειστεί.

Η αξίωση της ενάγουσας για πρόσβαση στο λογαριασμό δεν αντίκειται ούτε στο απόρρητο των επικοινωνιών. Καθώς ο κληρονόμος υπεισέρχεται καθ’ ολοκληρίαν στην έννομη θέση του κληρονομούμενου, δεν είναι σε καμία περίπτωση «άλλος» κατά την έννοια της § 88 εδ.3 του γερμανικού Νόμου περί Τηλεπικοινωνιών, και ως εκ τούτου ευθύς εξ αρχής καμία προσβολή του απορρήτου των επικοινωνιών υφίσταται.

Τέλος, το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η αξίωση της ενάγουσας δεν έρχεται σε αντίθεση ούτε με το δίκαιο προστασίας προσωπικών δεδομένων. Το Δικαστήριο εφήρμοσε τον νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό 2016/679 για την προστασία των προσωπικών δεδομένων (ΓΚΠΠΔ) και έκρινε ότι το αίτημα της ενάγουσας  για πρόσβαση στον λογαριασμό της κόρης της δεν προσκρούει σε αυτόν. Σε σχέση με την κληρονομουμένη, δεν μπορεί να γίνει λόγος για συμφέροντα της που άπτονται του δικαίου προστασίας προσωπικών δεδομένων, καθώς ο ΓΚΠΠΔ προστατεύει μόνον πρόσωπα που είναι εν ζωή. Αλλά και σε σχέση με τρίτους, με τους οποίους συναναστρεφόταν μέσω του Facebook η κληρονομούμενη, η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων τους, που ενυπάρχουν σε μηνύματα ή και οπουδήποτε αλλού, είναι επιτρεπτή, τόσο με βάση το άρθρο 6 παρ. 1 στοιχείο β΄ του Κανονισμού, όσο και βάσει του στοιχείου στ΄ του παραπάνω άρθρου, καθώς πρόκειται για επεξεργασία που είναι απαραίτητη αφενός προς εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων (στοιχείο β΄), αφετέρου προς ικανοποίηση υπερεχόντων εννόμων συμφερόντων των  κληρονόμων (στοιχείο στ΄).

Με βάση τα ως τώρα γνωστά στοιχεία - το συνολικό κείμενο της απόφασης δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί, παρά μόνον η περίληψή του (Pressemitteilungστον ιστότοπο της σελίδας του Bundesgerichtshof)-, προκύπτει ότι πρόκειται σίγουρα για μία απόφαση η οποία θα προκαλέσει έντονες συζητήσεις στους νομικούς κύκλους της Ευρώπης. Το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, προβαίνοντας σε μια προσπάθεια επικαιροποίησης του κληρονομικού δικαίου και προσαρμογής του στην ψηφιακή εποχή, διευρύνει την παραδοσιακή έννοια της κληρονομίας και αναγνωρίζει κληρονομικά δικαιώματα σε λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης αποθανόντων χρηστών. Κι ενώ πράγματι, φαίνεται κατ’ αρχάς να κινείται πέραν του παγιωμένου νομικού φορμαλισμού, αίροντας την ασυμφωνία δικαίου και πραγματικότητας που οφείλεται στην αδράνεια του νομοθέτη, και λειτουργώντας κατ’ ουσίαν δικαιοπλαστικά, τα κριτήρια τα οποία χρησιμοποιεί για να διαγνώσει το κληρονομητό των λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης είναι αμιγώς φορμαλιστικά και πάντως δεν φαίνονται να ανταποκρίνονται πλήρως ούτε στη φύση, ούτε στην τελολογία των συμβάσεων χρήσης.

Με τη λογική αυτή του Δικαστηρίου κληρονομητοί πρέπει να θεωρηθούν και οι λογαριασμοί στο Gmail, στο Instagram…ακόμη και στο Τinder. Στην περίληψη δε της απόφασης που δημοσίευσε το Ανώτατο Δικαστήριο (Pressemitteilung) στην ηλεκτρονική του σελίδα γίνεται λόγος για υπεισέλευση του κληρονόμου στη θέση του κληρονομούμενου κατά τους κανόνες της καθολικής διαδοχής, χωρίς να γίνεται σαφές κατά πόσο η υπεισέλευση αφορά μόνον στο δικαίωμα πρόσβασης στα στοιχεία του λογαριασμού ή και στο δικαίωμα πλήρους διαχείρισης και χρήσης του. Aν όμως κατά το Δικαστήριο η κληρονομική διαδοχή αφορά -όπως υπαινίσσεται η απόφαση κάνοντας λόγο για διαδοχή στη σύμβαση χρήσης, χωρίς να προβαίνει σε περαιτέρω διακρίσεις- και στα δικαιώματα χρήσης του λογαριασμού, φαίνεται να μην λαμβάνεται καθόλου υπόψη, ούτε ο κίνδυνος μεγάλης σύγχυσης που θα προκαλούσε στις καθημερινές σχέσεις μια τέτοια διαδοχή, ούτε όμως και οι κίνδυνοι που θα ενείχε κάτι τέτοιο για τις συναλλαγές onlineπροφίλ αποθανόντων χρηστών να εμφανίζονται ως ενεργά κι έτσι άνθρωποι που έχουν πεθάνει να παρουσιάζονται διαδικτυακά ως ζωντανοί.

Αλλά και πέρα από το ανωτέρω πρακτικό πρόβλημα, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν φαίνεται να εκτιμά σωστά ούτε τον αυστηρά προσωποπαγή χαρακτήρα των λογαριασμών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ούτε όμως και την εύλογη πεποίθηση του εκάστοτε τρίτου χρήστη, ο οποίος επιλέγει να συνδεθεί διαδικτυακά με συγκεκριμένο πρόσωπο -και όχι απλά με συγκεκριμένο λογαριασμό-, πως το περιεχόμενο που μοιράζεται -το οποίο βέβαια δεν συνίσταται μόνον σε μηνύματα, αλλά μπορεί π.χ. να είναι προσωπικές φωτογραφίες κλπ.- με τον εκάστοτε χρήστη θα εξαντληθεί και θα περιοριστεί στην μεταξύ τους και μόνον σχέση. Αλήθεια, ποιος από εμάς, όταν στέλνει ένα μήνυμα σε κάποιο χρήστη του Facebook υπολογίζει το ενδεχόμενο το μήνυμα να διαβαστεί όχι μόνο από τον συγκεκριμένο αποδέκτη που έχει επιλέξει, αλλά αντίθετα, από έναν εν δυνάμει απροσδιόριστο αριθμό ατόμων; Ποιος από εμάς υπολογίζει το ενδεχόμενο ένα προσωπικό μήνυμα προς τον καλύτερό του φίλο, να διαβαστεί από τους γονείς του, τα αδέρφια του, την ευρύτερη οικογένειά του, ακόμη και τρίτους; Μάλλον κανείς. Όλοι απευθύνουμε μηνύματα σε συγκεκριμένους χρήστες με σκοπό να διαβαστούν μόνον από αυτούς και πάντως χωρίς να έχουμε κατά νου ότι σε περίπτωση θανάτου τους το περιεχόμενο τους θα γνωστοποιηθεί στους κληρονόμους τους. Είναι δυνατόν στην αντίθετη περίπτωση -όταν δηλαδή παρά την θέλησή μας γνωστοποιείται περιεχόμενο και των μηνυμάτων μας σε τρίτους- να μην παραβιάζεται το απόρρητο των επικοινωνιών; Το τυποκρατικό δε και πάντως όχι ουσιαστικό επιχείρημα του Δικαστηρίου ότι, καθόσον έχει επέλθει κληρονομική διαδοχή, δεν πληρούται η προϋπόθεση του «άλλου» (andere) δεν φαίνεται να πείθει, αφού το ότι οι κληρονόμοι -εφόσον βέβαια δεχτούμε δυνατότητα κληρονομικής διαδοχής επί λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης, δυνατότητα που ενδεχομένως παρίσταται βάσιμη στην γερμανική έννομη τάξη ενόψει των §§ 20147εδ.2 και 2373 εδ.2 του γερμανικού ΑΚ - δεν εμπίπτουν στην ως άνω έννοια είναι ζητούμενο και πάντως όχι δεδομένο.

Kαι ναι μεν, ως προς ψηφιακά στοιχεία με περιουσιακή αποτίμηση όπως π.χ. μια συλλογή apple-i-tunes, είναι απόλυτα λογικό και επιβεβλημένο να χωρεί κληρονομική διαδοχή. Μπορεί όμως να γίνει το ίδιο και με τα ψηφιακά στοιχεία τα αμιγώς προσωποπαγή; Γίνεται μία προσωπική έννομη σχέση να τύχει ακριβώς ίδιας ρύθμισης με μία περιουσιακής φύσης, ιδίως όταν κάτι τέτοιο συνεπάγεται την πρόσβαση σε πλήθος προσωπικών δεδομένων άλλων χρηστών και δη δεδομένων που δεν συνδέονται άμεσα ή πρωταρχικά με τα δεδομένα του αποθανόντος προσώπου όπως π.χ. είναι η πρόσβαση στο «κλειστό» προφίλ ενός άλλου χρήστη και στα ποικίλα δεδομένα που εκεί εμφανίζονται τόσο από τον ίδιο, όσο και από άλλα πρόσωπα; Σε κάθε περίπτωση δεν θα ήταν σωστό να γίνεται λόγος για κληρονομική διαδοχή άνευ όρων· αντιθέτως, σκόπιμο θα ήταν το Δικαστήριο να υποχρεώσει το Facebook, να ενημερώσει όλους του συνδεδεμένους με το συγκεκριμένο λογαριασμό χρήστες, και μάλιστα πριν ακόμη παραχωρηθεί άδεια πρόσβασης στους κληρονόμους, ότι ο λογαριασμός θα περιέλθει σε τρίτους, ώστε ο εκάστοτε χρήστης να είναι σε θέση να διαγράψει/αποκρύψει οτιδήποτε δεν επιθυμεί να περιέλθει στη σφαίρα γνώσης των κληρονόμων.

Τέλος, ακόμη κι αν παραβλέψει κανείς όλα τα ανωτέρω διερωτάται: είναι πράγματι σωστή η εφαρμογή του άρθρου 6 του ΓΚΠΠΔ στην προκειμένη περίπτωση; Είναι πράγματι τα περιουσιακά συμφέροντα της κληρονομίας υπερέχοντα σε σχέση με τα συμφέροντα του εκάστοτε χρήστη, υποκειμένου προσωπικών δεδομένων, ώστε να δικαιολογείται νομικά η παρά τη συγκατάθεσή του επέμβαση στην ιδιωτική σφαίρα του και η με αυτό τον τρόπο προσβολή του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα; Και αντίστροφα: είναι το από τον ΧΘΔΕΕ, τον ΓΚΠΠΔ και την ΕΣΔΑ προστατευόμενο δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή του εκάστοτε χρήστη του Facebook λιγότερο σημαντικό σε σχέση με τα συμφέροντα των κληρονόμων αποθανόντος χρήστη, ώστε να δεχόμαστε υποχώρηση του πρώτου για χάρη των δεύτερων; Είναι σωστή μία τέτοια στάθμιση και σε κάθε περίπτωση, μπορεί πράγματι να γίνεται inabstracto, όπως κάνει το Δικαστήριο;

Συμπερασματικά, εμφανές είναι πως πρόκειται για μία απόφαση καινοτόμα. Ωστόσο, το Ανώτατο Δικαστήριο φαίνεται να παραγνωρίζει την φύση και τον σκοπό χρήσης λογαριασμών κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίοι συνδέονται κατά κανόνα -πλην ενδεχομένως των περιπτώσεων εταιρικών προφίλ- με συγκεκριμένο πρόσωπο-χρήστη, το οποίο αναγνωρίζει έναν τέτοιο λογαριασμό ως προσωπικό ψηφιακό του χώρο, ως έκφανση της προσωπικότητάς του σε ψηφιακό επίπεδο, εν τέλει δε ως έκφανση της ιδιωτικής του σφαίρας σε επίπεδο διαδικτύου. Σίγουρα δε το πρόβλημα της ενάγουσας θα μπορούσε να επιλυθεί με διαφορετική νομική θεμελίωση, και πάντως όχι με τη διαστροφή μιας αμιγώς προσωποπαγούς σχέσης -όπως αυτή του χρήστη με το λογαριασμό του- σε σχέση ουδέτερη και συνεπώς κληρονομητή. 

Τα πιο διαβασμενα