22 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2018
H Newlaw σας εξηγεί την «Υποχρεωτική Διαμεσολάβηση» του Ν. 4512/2018

 

Στα άρθρα 178 ως 206 του Πολυνομοσχεδίου (Ν. 4512/2018) που ψηφίστηκε το βράδυ της Δευτέρας 15 Ιανουαρίου 2018, βρίσκονται οι νέες ρυθμίσεις για το θεσμό της διαμεσολάβησης. Οι διατάξεις αυτές αφορούν την υποχρεωτική διαμεσολάβηση σε εμπορικές και αστικές υποθέσεις, αλλά και σε υποθέσεις διασυνοριακών διαφορών και, σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, έχουν ως στόχο αφενός την αποφόρτιση των δικαστηρίων και αφετέρου την εμπέδωση της δυνατότητας συνεννόησης μεταξύ των πολιτών που έχουν μία ιδιωτική διαφορά.

Ο στόχος αυτός επιδιώκεται με μια σειρά αναλυτικών διατάξεων όχι μόνο για τη σύμβαση, τη διαδικασία και τις έννομες συνέπειες της διαμεσολάβησης, αλλά και σχετικά με τη δημιουργία και τη λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, τα προσόντα και την αμοιβή των διαμεσολαβητών αλλά και για τη φύση και λειτουργία των φορέων κατάρτισής τους. Η πιο καίρια αλλά και αμφιλεγόμενη διάταξη, όμως, είναι αυτή του άρθρου 182, με βάση την οποία η διαμεσολάβηση καθίσταται υποχρεωτική σε μια σειρά ιδιωτικών διαφορών.

Τι σημαίνει, όμως, αυτό στην πράξη και πώς επηρεάζει τις διαφορές μεταξύ ιδιωτών; Μέσα από μια σειρά ερωτήσεων και απαντήσεων, η Newlaw σας παρουσιάζει όλα όσα χρειάζεται να ξέρετε για τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης, όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα από το νέο νομοθετικό πλαίσιο.

 

  1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Καταρχάς, η διαμεσολάβηση είναι ένας τρόπος εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών. Πρόκειται για μια διαδικασία κατά την οποία τα μέρη, συνοδευόμενα από τους δικηγόρους τους, διαπραγματεύονται και επιδιώκουν την επίλυση της διαφοράς τους με συμφωνία, ενώπιον ενός ανεξάρτητου και αμερόληπτου διαμεσολαβητή. Στο τέλος της διαδικασίας συντάσσεται Πρακτικό Διαμεσολάβησης, το οποίο περιλαμβάνει  τη συμφωνία των μερών ή διαπιστώνει την αποτυχία της διαδικασίας.

Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση του όρου «διαμεσολάβηση» από το Ν. 4512/2018 αποτελεί ξεκάθαρη νομοθετική αστοχία, καθώς ο όρος σηματοδοτεί την προαιρετική και όχι υποχρεωτική προσέλευση των ενδιαφερομένων μερών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Σύμφωνα με τη θεωρία ποτέ δεν είναι υποχρεωτικήκαι γι’ αυτό ο Έλληνας νομοθέτης θα έπρεπε να επιλέξει τη χρήση άλλου όρου.

 

  1. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ Ν. 4512/2018;

Με βάση τις νέες διατάξεις, μια ιδιωτική διαφορά μπορεί να υπαχθεί σε διαμεσολάβηση με τέσσερις (4) τρόπους:

(α) Με συμφωνία των μερών (άρθρο 181 παρ. 1 εδ. α’ Ν. 4512/2018)

Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να υπαγάγουν τη διαφορά τους σε διαμεσολάβηση με την υπογραφή σύμβασης διαμεσολάβησης, η οποία κατά άρθρο 180 πρέπει να είναι έγγραφη, να αφορά υφιστάμενες ή μέλλουσες διαφορές ιδιωτικού δικαίου με αντικείμενο για το οποίο τα μέρη έχουν εξουσία διαθέσεως κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Η σύμβαση αυτή διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για τις συμβάσεις.

(β) Με απόφαση δικαστηρίου σε κάθε στάση της δίκης, αν το δικαστήριο το κρίνει σκόπιμο και τα μέρη συμφωνήσουν (άρθρο 181 παρ. 2)

(γ) Με δικαστική απόφαση αρχής άλλου κράτους μέλους της ΕΕ, αρκεί να μην αντίκειται στα χρηστά ήθη και την ελληνική δημόσια τάξη (άρθρο 181 παρ. 1 εδ. γ’)

(δ) Με επιταγή του νόμου (άρθρο 181 παρ. 1 εδ. δ’ και 182)

Σε κάθε περίπτωση, οι δικηγόροι είναι υποχρεωμένοι να ενημερώνουν τους πελάτες τους για τη δυνατότητα διευθέτησης της διαφοράς μέσω διαμεσολάβησης καθώς και για την τυχόν υποχρεωτική υπαγωγή της στη διαδικασία, και μάλιστα εγγράφως. Το ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο θα συνταχθεί από  την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την έναρξη λειτουργίας της, συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί ποινή απαράδεκτου της συζήτησής του (άρθρο 182 παρ. 3).

 

  1. ΠΟΙΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΣΕ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Με βάση το νέο νόμο, από τις 18 Οκτώβριου του 2018 (δηλαδή, 9 μήνες μετά τη δημοσίευση του Ν. 4512/2018 στο ΦΕΚ κατά το άρθρο 206) εφτά (7) κατηγορίες ιδιωτικών διαφορών υπάγονται υποχρεωτικά σε διαμεσολάβηση (άρθρο 182 παρ. 1).

Αυτές είναι οι διαφορές που αφορούν:

  1. Διαφορές οροφοϊδιοκτητών (οροφοκτησία, απλή και κάθετη ιδιοκτησία, διαχείριση, 1003-1032 ΑΚ)
  2. Αποζημίωση για ζημίες από αυτοκίνητο και απαιτήσεις από σύμβαση ασφάλισης (εκτός από περιπτώσεις θανάτου ή σωματικής βλάβης)
  3. Διαφορές από αμοιβές του άρθρου 622Α ΚΠολΔ
  4. Οικογενειακές διαφορές εκτός από α) το διαζύγιο, β) την ακύρωση γάμου, γ) την αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου και εκτός από τις διαφορές μεταξύ γονέων και τέκνων (άρθρο 592 παρ. 1 υποπερ. α’, β’ και γ’ και παρ. 2 ΚΠολΔ)
  5. Αποζημίωση ασθενών ή οικείων τους σε βάρος ιατρών
  6. Εμπορικά σήματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα
  7. Χρηματιστηριακές Συμβάσεις

 

  1. ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ Η ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΕ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Πρακτικά, η υποχρεωτική υπαγωγή των παραπάνω διαφορών σε διαμεσολάβηση σημαίνει ότι αν τα μέρη παραστούν στη συζήτηση της αγωγής τους χωρίς να απευθυνθούν πρώτα σε Διαμεσολαβητή, επιδιώκοντας τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς τους, το Δικαστήριο θα κηρύσσει τη συζήτηση της αγωγής απαράδεκτη. Μόνο μετά το ανεπιτυχές πέρας της έως άνω διαμεσολάβησης, κάθε μέρος δικαιούται να προσφύγει στο δικαστήριο, προσκομίζοντας το πρακτικό αποτυχίας. Αν μετά την αρχική συνεδρίαση τα μέρη δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαμεσολάβηση, θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του άρθρου 182.

Αν ένα από τα μέρη παρότι έχει κληθεί νόμιμα στη διαδικασία διαμεσολάβησης (με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τηλεομοιοτυπία ή συστημένη επιστολή), δεν προσέρχεται σε αυτή συντάσσεται Πρακτικό αποτυχίας το οποίο προσκομίζεται στο Δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς. Το Δικαστήριο αυτό μπορεί να επιβάλει στο μέρος  που δεν προσήλθε στη διαμεσολάβηση χρηματική ποινή υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ποσού 120 ως 300 ευρώ, συνεκτιμώντας την εν γένει συμπεριφορά του και επιπλέον χρηματική ποινή μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού.

 

  1. ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ;

(α) Επιλογή Προσώπου Διαμεσολαβητή (άρθρο 183 παρ. 1)

Αφού ενημερωθούν για τη δυνατότητα διαμεσολάβησης ή την υποχρεωτική διαμεσολάβηση από τους δικηγόρους τους, τα μέρη καλούνται να επιλέξουν και να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή από τη λίστα διαπιστευμένων διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, τότε ο διαμεσολαβητής ορίζεται μετά από αίτηση οποιουδήποτε εκ των μερών, από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης με αιτιολογημένη απόφασή της.

(β) Έναρξη Διαδικασίας (άρθρο 182 παρ. 4 περ. Α)

Η διαδικασία ξεκινά με την κατάθεση αιτήματος προσφυγής στο διαμεσολαβητή από το δικηγόρο του αιτούμενου δικαστική προστασία. Μέσα σε 15 μέρες από την επομένη της γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο μέρος, ο διαμεσολαβητής καλεί τα μέρη σε μια πρώτη συνάντηση (δυνατό να γίνει και μέσω τηλεδιάσκεψης) όπου η διάρκεια και οι διαδικαστικές λεπτομέρειες της διαμεσολάβησης καθορίζονται από το διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη. Σε έλλειψη συμφωνίας, ο διαμεσολαβητής διεξάγει τη διαμεσολάβηση όπως αυτός κρίνει.

Η έναρξη της διαμεσολάβησης επιφέρει αναστολή της παραγραφής και της αποσβεστικής προθεσμίας (άρθρο 185)  καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Έξι μήνες μετά τη σύνταξη πρακτικού αποτυχίας, την επίδοση δήλωσης αποχώρησης ή την με οποιοδήποτε τρόπο ολοκλήρωση ή κατάργηση της διαδικασίας αρχίζει και πάλι να τρέχει ο χρόνος, με την επιφύλαξη των 261, 262, 263 ΑΚ.

 

  1. ΠΟΙΑ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ;

Η διαμεσολάβηση διενεργείται σύμφωνα με την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας. Κατά συνέπεια, τα μέρη είναι ελεύθερα ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσουν από τη διαδικασία χωρίς αιτιολογία ή ποινή (άρθρο 191). Επιπλέον, η διαμεσολάβηση έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα, και για το λόγο αυτό δεν τηρούνται πρακτικά, εκτός αν υπάρξει διαφορετική συμφωνία των μερών.

 

  1. ΠΩΣ ΠΕΡΑΤΩΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός τριάντα (30) ημερών, με δυνατότητα παράτασης της εν λόγω προθεσμίας για άλλες 30 μέρες μετά από συμφωνία των μερών. Η «απόφαση» του διαμεσολαβητή ονομάζεται πρακτικό διαμεσολάβησης. Σε αυτό, καταγράφεται η τελική συμφωνία των μερών ή διαπιστώνεται η αποτυχία της διαμεσολάβησης και υπογράφεται από τα μέρη, τους πληρεξούσιους δικηγόρους και το διαμεσολαβητή (σε αποτυχία μόνο από αυτόν). Κάθε μέρος δικαιούται να παραλάβει από ένα ισόκυρο πρακτικό.

Αντίγραφό του μπορεί να κατατεθεί οποτεδήποτε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου που είναι κατά τόπο αρμόδιο κατά τον ΚΠολΔ για την εκδίκαση της υπόθεσης με την καταβολή παραβόλου ύψους 50 ευρώ. Αν το Πρακτικό περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστεί αναγκαστικά, αποτελεί εκτελεστό τίτλο από τη στιγμή της κατάθεσής του κατά το άρθρο 904 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Κατά το άρθρο 191 παρ. 4,  ο Διαμεσολαβητής μπορεί να περατώσει τη διαδικασία, μετά από αιτιολογημένη ενημέρωση των μερών, εφόσον:

  1. επέρχεται διευθέτηση της διαφοράς που είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη, ή
  2. θεωρεί ότι η συνέχιση της διαμεσολάβησης είναι απίθανο να οδηγήσει στη διευθέτηση της διαφοράς.

 

  1. ΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΕΝΟΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ;

Το πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνει μια πληθώρα λεπτομερών διατάξεων γύρω από το πρόσωπο του Διαμεσολαβητή, οι οποίες καθορίζουν ποια προσόντα θα πρέπει να έχει κάποιος για να εργαστεί ως Διαμεσολαβητής. Πρόκειται για αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι θα είναι εκπαιδευμένοι από αναγνωρισμένο φορέα εκπαίδευσης διαμεσολαβητών ή κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση και θα εγγράφονται στο Μητρώο Διαμεσολαβητών κατόπιν εξετάσεων από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Από τις εξετάσεις εξαιρούνται μόνο οι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος. Τέλος, στο νόμο περιλαμβάνονται και διατάξεις σχετικά με την οργάνωση των Φορέων Κατάρτισης Διαμεσολαβητών και το πρόγραμμα σπουδών τους.

 

  1. ΠΟΙΑ Η ΑΜΟΙΒΗ ΤΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ;

Η αμοιβή του Διαμεσολαβητή καθορίζεται ελεύθερα με γραπτή συμφωνία των μερών. Σε έλλειψη συμφωνίας, το άρθρο 194 ορίζει ως ελάχιστη αμοιβή του Διαμεσολαβητή για απασχόλησή του ως 2 ώρες τα 170 ευρώ, ενώ η ελάχιστη ωριαία αμοιβή για απασχόληση πάνω από δύο ώρες ορίζεται στα 100 ευρώ.

Σε υποθέσεις διατροφής, την ελάχιστη αμοιβή των 170 ευρώ καταβάλλει στο Διαμεσολαβητή ο υπεύθυνος για την καταβολή της διατροφής, ενώ επιπλέον αμοιβή καταβάλλεται με ελεύθερη συμφωνία των μερών. Αν η διαφορά αυτή εν τέλει αχθεί ενώπιον δικαστηρίου και ο υπόχρεος είναι ο εν όλω ή εν μέρει νικήσας, το ποσό αναζητείται ως δικαστικό έξοδο κατά 176 επ. ΚΠολΔ.

 

  1. ΠΟΙΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΕΙ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ;

Με τα άρθρα 186-187 δημιουργείται Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, αρμόδια να επιλαμβάνεται κάθε ζητήματος που αφορά την εφαρμογή του θεσμού της διαμεσολάβησης ακόμα κι αν αυτό δεν περιλαμβάνεται στο νόμο.

 

  1. ΤΙ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ;

Ο νέος νόμος και ιδιαίτερα η θέσπιση της διαδικασίας διαμεσολάβησης ως υποχρεωτικής έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό στους δικαστικούς και δικηγορικούς κύκλους της χώρας. Υποστηρίζεται με πολύ σοβαρά επιχειρήματα ότι η υποχρεωτικότητα του θεσμού είναι αντισυνταγματική καθώς παρακωλύει το δικαίωμα του πολίτη να προσφύγει στη δικαιοσύνη, ενώ επιβαρύνονται οικονομικά οι συναλλασσόμενοι με τα έξοδα όχι μόνο των δικηγόρων τους, αλλά και της διαδικασίας διαμεσολάβησης και των πιθανών προστίμων που επιβάλλονται. Τέλος, υπάρχει κίνδυνος να ευνοείται ο ισχυρότερος συναλλασσόμενος, καθώς ο ζημιωθείς που έχει ανάγκη την αποζημίωση θα μπορούσε να συμβιβαστεί με μικρότερο ποσό για λόγους ταχύτητας.

Σε κάθε περίπτωση, το νομοσχέδιο που κατατέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τις 28 Δεκεμβρίου του 2017 ως και τις 2 Ιανουαρίου 2018 (παρανόμως, αφού με βάση το άρθρο 6 του Ν. 4048/2012 η δημόσια διαβούλευση διαρκεί τουλάχιστον 2 βδομάδες), άλλαξε σημαντικά μέχρι την ψήφισή του για να συμπεριλάβει τα σχόλια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας.

Μένει να δούμε πώς οι παραπάνω διατάξεις θα εφαρμοστούν στην πράξη, τι προβλήματα θα δημιουργηθούν και τις λύσεις θα δοθούν με νέες νομοθετικές τροποποιήσεις, τη στιγμή μάλιστα που η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων έχει προτείνει να γνωμοδοτήσει για την αντισυνταγματικότητα του νόμου, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Σίγουρα χρειάζεται επανέλεγχος και αλλαγή τόσο των προσόντων και του έργου των διαμεσολαβητών (σημείο στο οποίο οι διατάξεις του νόμου είναι ενδελεχείς), αλλά και της ποιότητας των φορέων εκπαίδευσής τους. Στο σημείο αυτό η Κεντρική Επιτροπή έχει κρίσιμο ρόλο τον οποίο θα πρέπει στην πράξη να επιτελέσει με συνέπεια και συναίσθηση, καθώς είναι επιφορτισμένη με το καθήκον να επιβλέπει την όλη διαδικασία και να επιλέγει αιτιολογημένα –χωρίς όμως συγκεκριμένα κριτήρια που να ορίζει ο νόμος– το διαμεσολαβητή σε περίπτωση διαφωνίας των μερών για την επιλογή του προσώπου του.

 

H Newlaw σας εξηγεί την «Υποχρεωτική Διαμεσολάβηση» του Ν. 4512/2018

 

Στα άρθρα 178 ως 206 του Πολυνομοσχεδίου (Ν. 4512/2018) που ψηφίστηκε το βράδυ της Δευτέρας 15 Ιανουαρίου 2018, βρίσκονται οι νέες ρυθμίσεις για το θεσμό της διαμεσολάβησης. Οι διατάξεις αυτές αφορούν την υποχρεωτική διαμεσολάβηση σε εμπορικές και αστικές υποθέσεις, αλλά και σε υποθέσεις διασυνοριακών διαφορών και, σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, έχουν ως στόχο αφενός την αποφόρτιση των δικαστηρίων και αφετέρου την εμπέδωση της δυνατότητας συνεννόησης μεταξύ των πολιτών που έχουν μία ιδιωτική διαφορά.

Ο στόχος αυτός επιδιώκεται με μια σειρά αναλυτικών διατάξεων όχι μόνο για τη σύμβαση, τη διαδικασία και τις έννομες συνέπειες της διαμεσολάβησης, αλλά και σχετικά με τη δημιουργία και τη λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Διαμεσολάβησης, τα προσόντα και την αμοιβή των διαμεσολαβητών αλλά και για τη φύση και λειτουργία των φορέων κατάρτισής τους. Η πιο καίρια αλλά και αμφιλεγόμενη διάταξη, όμως, είναι αυτή του άρθρου 182, με βάση την οποία η διαμεσολάβηση καθίσταται υποχρεωτική σε μια σειρά ιδιωτικών διαφορών.

Τι σημαίνει, όμως, αυτό στην πράξη και πώς επηρεάζει τις διαφορές μεταξύ ιδιωτών; Μέσα από μια σειρά ερωτήσεων και απαντήσεων, η Newlaw σας παρουσιάζει όλα όσα χρειάζεται να ξέρετε για τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης, όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα από το νέο νομοθετικό πλαίσιο.

 

  1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Καταρχάς, η διαμεσολάβηση είναι ένας τρόπος εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών. Πρόκειται για μια διαδικασία κατά την οποία τα μέρη, συνοδευόμενα από τους δικηγόρους τους, διαπραγματεύονται και επιδιώκουν την επίλυση της διαφοράς τους με συμφωνία, ενώπιον ενός ανεξάρτητου και αμερόληπτου διαμεσολαβητή. Στο τέλος της διαδικασίας συντάσσεται Πρακτικό Διαμεσολάβησης, το οποίο περιλαμβάνει  τη συμφωνία των μερών ή διαπιστώνει την αποτυχία της διαδικασίας.

Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση του όρου «διαμεσολάβηση» από το Ν. 4512/2018 αποτελεί ξεκάθαρη νομοθετική αστοχία, καθώς ο όρος σηματοδοτεί την προαιρετική και όχι υποχρεωτική προσέλευση των ενδιαφερομένων μερών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας. Σύμφωνα με τη θεωρία ποτέ δεν είναι υποχρεωτικήκαι γι’ αυτό ο Έλληνας νομοθέτης θα έπρεπε να επιλέξει τη χρήση άλλου όρου.

 

  1. ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟ Ν. 4512/2018;

Με βάση τις νέες διατάξεις, μια ιδιωτική διαφορά μπορεί να υπαχθεί σε διαμεσολάβηση με τέσσερις (4) τρόπους:

(α) Με συμφωνία των μερών (άρθρο 181 παρ. 1 εδ. α’ Ν. 4512/2018)

Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να υπαγάγουν τη διαφορά τους σε διαμεσολάβηση με την υπογραφή σύμβασης διαμεσολάβησης, η οποία κατά άρθρο 180 πρέπει να είναι έγγραφη, να αφορά υφιστάμενες ή μέλλουσες διαφορές ιδιωτικού δικαίου με αντικείμενο για το οποίο τα μέρη έχουν εξουσία διαθέσεως κατά τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου. Η σύμβαση αυτή διέπεται από τις διατάξεις του ουσιαστικού δικαίου για τις συμβάσεις.

(β) Με απόφαση δικαστηρίου σε κάθε στάση της δίκης, αν το δικαστήριο το κρίνει σκόπιμο και τα μέρη συμφωνήσουν (άρθρο 181 παρ. 2)

(γ) Με δικαστική απόφαση αρχής άλλου κράτους μέλους της ΕΕ, αρκεί να μην αντίκειται στα χρηστά ήθη και την ελληνική δημόσια τάξη (άρθρο 181 παρ. 1 εδ. γ’)

(δ) Με επιταγή του νόμου (άρθρο 181 παρ. 1 εδ. δ’ και 182)

Σε κάθε περίπτωση, οι δικηγόροι είναι υποχρεωμένοι να ενημερώνουν τους πελάτες τους για τη δυνατότητα διευθέτησης της διαφοράς μέσω διαμεσολάβησης καθώς και για την τυχόν υποχρεωτική υπαγωγή της στη διαδικασία, και μάλιστα εγγράφως. Το ενημερωτικό έγγραφο, το οποίο θα συνταχθεί από  την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης μετά την έναρξη λειτουργίας της, συμπληρώνεται και υπογράφεται από τον εντολέα και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του και κατατίθεται με το εισαγωγικό δικόγραφο της αγωγής ή άλλου ένδικου βοηθήματος επί ποινή απαράδεκτου της συζήτησής του (άρθρο 182 παρ. 3).

 

  1. ΠΟΙΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΣΕ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Με βάση το νέο νόμο, από τις 18 Οκτώβριου του 2018 (δηλαδή, 9 μήνες μετά τη δημοσίευση του Ν. 4512/2018 στο ΦΕΚ κατά το άρθρο 206) εφτά (7) κατηγορίες ιδιωτικών διαφορών υπάγονται υποχρεωτικά σε διαμεσολάβηση (άρθρο 182 παρ. 1).

Αυτές είναι οι διαφορές που αφορούν:

  1. Διαφορές οροφοϊδιοκτητών (οροφοκτησία, απλή και κάθετη ιδιοκτησία, διαχείριση, 1003-1032 ΑΚ)
  2. Αποζημίωση για ζημίες από αυτοκίνητο και απαιτήσεις από σύμβαση ασφάλισης (εκτός από περιπτώσεις θανάτου ή σωματικής βλάβης)
  3. Διαφορές από αμοιβές του άρθρου 622Α ΚΠολΔ
  4. Οικογενειακές διαφορές εκτός από α) το διαζύγιο, β) την ακύρωση γάμου, γ) την αναγνώριση της ύπαρξης ή της ανυπαρξίας γάμου και εκτός από τις διαφορές μεταξύ γονέων και τέκνων (άρθρο 592 παρ. 1 υποπερ. α’, β’ και γ’ και παρ. 2 ΚΠολΔ)
  5. Αποζημίωση ασθενών ή οικείων τους σε βάρος ιατρών
  6. Εμπορικά σήματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα
  7. Χρηματιστηριακές Συμβάσεις

 

  1. ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ Η ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΥΠΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΣΕ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Πρακτικά, η υποχρεωτική υπαγωγή των παραπάνω διαφορών σε διαμεσολάβηση σημαίνει ότι αν τα μέρη παραστούν στη συζήτηση της αγωγής τους χωρίς να απευθυνθούν πρώτα σε Διαμεσολαβητή, επιδιώκοντας τη συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς τους, το Δικαστήριο θα κηρύσσει τη συζήτηση της αγωγής απαράδεκτη. Μόνο μετά το ανεπιτυχές πέρας της έως άνω διαμεσολάβησης, κάθε μέρος δικαιούται να προσφύγει στο δικαστήριο, προσκομίζοντας το πρακτικό αποτυχίας. Αν μετά την αρχική συνεδρίαση τα μέρη δεν συμφωνήσουν να προχωρήσουν σε διαμεσολάβηση, θεωρείται ότι έχει πληρωθεί η υποχρέωση του άρθρου 182.

Αν ένα από τα μέρη παρότι έχει κληθεί νόμιμα στη διαδικασία διαμεσολάβησης (με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, τηλεομοιοτυπία ή συστημένη επιστολή), δεν προσέρχεται σε αυτή συντάσσεται Πρακτικό αποτυχίας το οποίο προσκομίζεται στο Δικαστήριο που επιλαμβάνεται της διαφοράς. Το Δικαστήριο αυτό μπορεί να επιβάλει στο μέρος  που δεν προσήλθε στη διαμεσολάβηση χρηματική ποινή υπέρ του ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ. ποσού 120 ως 300 ευρώ, συνεκτιμώντας την εν γένει συμπεριφορά του και επιπλέον χρηματική ποινή μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού.

 

  1. ΠΩΣ ΞΕΚΙΝΑ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ;

(α) Επιλογή Προσώπου Διαμεσολαβητή (άρθρο 183 παρ. 1)

Αφού ενημερωθούν για τη δυνατότητα διαμεσολάβησης ή την υποχρεωτική διαμεσολάβηση από τους δικηγόρους τους, τα μέρη καλούνται να επιλέξουν και να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή από τη λίστα διαπιστευμένων διαμεσολαβητών του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία, τότε ο διαμεσολαβητής ορίζεται μετά από αίτηση οποιουδήποτε εκ των μερών, από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης με αιτιολογημένη απόφασή της.

(β) Έναρξη Διαδικασίας (άρθρο 182 παρ. 4 περ. Α)

Η διαδικασία ξεκινά με την κατάθεση αιτήματος προσφυγής στο διαμεσολαβητή από το δικηγόρο του αιτούμενου δικαστική προστασία. Μέσα σε 15 μέρες από την επομένη της γνωστοποίησης της αίτησης του προσφεύγοντος στο άλλο μέρος, ο διαμεσολαβητής καλεί τα μέρη σε μια πρώτη συνάντηση (δυνατό να γίνει και μέσω τηλεδιάσκεψης) όπου η διάρκεια και οι διαδικαστικές λεπτομέρειες της διαμεσολάβησης καθορίζονται από το διαμεσολαβητή σε συμφωνία με τα μέρη. Σε έλλειψη συμφωνίας, ο διαμεσολαβητής διεξάγει τη διαμεσολάβηση όπως αυτός κρίνει.

Η έναρξη της διαμεσολάβησης επιφέρει αναστολή της παραγραφής και της αποσβεστικής προθεσμίας (άρθρο 185)  καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας. Έξι μήνες μετά τη σύνταξη πρακτικού αποτυχίας, την επίδοση δήλωσης αποχώρησης ή την με οποιοδήποτε τρόπο ολοκλήρωση ή κατάργηση της διαδικασίας αρχίζει και πάλι να τρέχει ο χρόνος, με την επιφύλαξη των 261, 262, 263 ΑΚ.

 

  1. ΠΟΙΑ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΤΑΙ;

Η διαμεσολάβηση διενεργείται σύμφωνα με την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας. Κατά συνέπεια, τα μέρη είναι ελεύθερα ανά πάσα στιγμή να αποχωρήσουν από τη διαδικασία χωρίς αιτιολογία ή ποινή (άρθρο 191). Επιπλέον, η διαμεσολάβηση έχει εμπιστευτικό χαρακτήρα, και για το λόγο αυτό δεν τηρούνται πρακτικά, εκτός αν υπάρξει διαφορετική συμφωνία των μερών.

 

  1. ΠΩΣ ΠΕΡΑΤΩΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ;

Η διαμεσολάβηση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός τριάντα (30) ημερών, με δυνατότητα παράτασης της εν λόγω προθεσμίας για άλλες 30 μέρες μετά από συμφωνία των μερών. Η «απόφαση» του διαμεσολαβητή ονομάζεται πρακτικό διαμεσολάβησης. Σε αυτό, καταγράφεται η τελική συμφωνία των μερών ή διαπιστώνεται η αποτυχία της διαμεσολάβησης και υπογράφεται από τα μέρη, τους πληρεξούσιους δικηγόρους και το διαμεσολαβητή (σε αποτυχία μόνο από αυτόν). Κάθε μέρος δικαιούται να παραλάβει από ένα ισόκυρο πρακτικό.

Αντίγραφό του μπορεί να κατατεθεί οποτεδήποτε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου που είναι κατά τόπο αρμόδιο κατά τον ΚΠολΔ για την εκδίκαση της υπόθεσης με την καταβολή παραβόλου ύψους 50 ευρώ. Αν το Πρακτικό περιέχει συμφωνία των μερών για ύπαρξη αξίωσης που μπορεί να εκτελεστεί αναγκαστικά, αποτελεί εκτελεστό τίτλο από τη στιγμή της κατάθεσής του κατά το άρθρο 904 παρ. 2 ΚΠολΔ.

Κατά το άρθρο 191 παρ. 4,  ο Διαμεσολαβητής μπορεί να περατώσει τη διαδικασία, μετά από αιτιολογημένη ενημέρωση των μερών, εφόσον:

  1. επέρχεται διευθέτηση της διαφοράς που είναι αντίθετη προς τα χρηστά ήθη ή τη δημόσια τάξη, ή
  2. θεωρεί ότι η συνέχιση της διαμεσολάβησης είναι απίθανο να οδηγήσει στη διευθέτηση της διαφοράς.

 

  1. ΠΟΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΕΝΟΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ;

Το πολυνομοσχέδιο περιλαμβάνει μια πληθώρα λεπτομερών διατάξεων γύρω από το πρόσωπο του Διαμεσολαβητή, οι οποίες καθορίζουν ποια προσόντα θα πρέπει να έχει κάποιος για να εργαστεί ως Διαμεσολαβητής. Πρόκειται για αποφοίτους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι θα είναι εκπαιδευμένοι από αναγνωρισμένο φορέα εκπαίδευσης διαμεσολαβητών ή κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος με αντικείμενο τη διαμεσολάβηση και θα εγγράφονται στο Μητρώο Διαμεσολαβητών κατόπιν εξετάσεων από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης. Από τις εξετάσεις εξαιρούνται μόνο οι κάτοχοι μεταπτυχιακού διπλώματος. Τέλος, στο νόμο περιλαμβάνονται και διατάξεις σχετικά με την οργάνωση των Φορέων Κατάρτισης Διαμεσολαβητών και το πρόγραμμα σπουδών τους.

 

  1. ΠΟΙΑ Η ΑΜΟΙΒΗ ΤΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ;

Η αμοιβή του Διαμεσολαβητή καθορίζεται ελεύθερα με γραπτή συμφωνία των μερών. Σε έλλειψη συμφωνίας, το άρθρο 194 ορίζει ως ελάχιστη αμοιβή του Διαμεσολαβητή για απασχόλησή του ως 2 ώρες τα 170 ευρώ, ενώ η ελάχιστη ωριαία αμοιβή για απασχόληση πάνω από δύο ώρες ορίζεται στα 100 ευρώ.

Σε υποθέσεις διατροφής, την ελάχιστη αμοιβή των 170 ευρώ καταβάλλει στο Διαμεσολαβητή ο υπεύθυνος για την καταβολή της διατροφής, ενώ επιπλέον αμοιβή καταβάλλεται με ελεύθερη συμφωνία των μερών. Αν η διαφορά αυτή εν τέλει αχθεί ενώπιον δικαστηρίου και ο υπόχρεος είναι ο εν όλω ή εν μέρει νικήσας, το ποσό αναζητείται ως δικαστικό έξοδο κατά 176 επ. ΚΠολΔ.

 

  1. ΠΟΙΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΕΙ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ;

Με τα άρθρα 186-187 δημιουργείται Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης, αρμόδια να επιλαμβάνεται κάθε ζητήματος που αφορά την εφαρμογή του θεσμού της διαμεσολάβησης ακόμα κι αν αυτό δεν περιλαμβάνεται στο νόμο.

 

  1. ΤΙ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝΤΑΙ;

Ο νέος νόμος και ιδιαίτερα η θέσπιση της διαδικασίας διαμεσολάβησης ως υποχρεωτικής έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό στους δικαστικούς και δικηγορικούς κύκλους της χώρας. Υποστηρίζεται με πολύ σοβαρά επιχειρήματα ότι η υποχρεωτικότητα του θεσμού είναι αντισυνταγματική καθώς παρακωλύει το δικαίωμα του πολίτη να προσφύγει στη δικαιοσύνη, ενώ επιβαρύνονται οικονομικά οι συναλλασσόμενοι με τα έξοδα όχι μόνο των δικηγόρων τους, αλλά και της διαδικασίας διαμεσολάβησης και των πιθανών προστίμων που επιβάλλονται. Τέλος, υπάρχει κίνδυνος να ευνοείται ο ισχυρότερος συναλλασσόμενος, καθώς ο ζημιωθείς που έχει ανάγκη την αποζημίωση θα μπορούσε να συμβιβαστεί με μικρότερο ποσό για λόγους ταχύτητας.

Σε κάθε περίπτωση, το νομοσχέδιο που κατατέθηκε σε δημόσια διαβούλευση από τις 28 Δεκεμβρίου του 2017 ως και τις 2 Ιανουαρίου 2018 (παρανόμως, αφού με βάση το άρθρο 6 του Ν. 4048/2012 η δημόσια διαβούλευση διαρκεί τουλάχιστον 2 βδομάδες), άλλαξε σημαντικά μέχρι την ψήφισή του για να συμπεριλάβει τα σχόλια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας.

Μένει να δούμε πώς οι παραπάνω διατάξεις θα εφαρμοστούν στην πράξη, τι προβλήματα θα δημιουργηθούν και τις λύσεις θα δοθούν με νέες νομοθετικές τροποποιήσεις, τη στιγμή μάλιστα που η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων έχει προτείνει να γνωμοδοτήσει για την αντισυνταγματικότητα του νόμου, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Σίγουρα χρειάζεται επανέλεγχος και αλλαγή τόσο των προσόντων και του έργου των διαμεσολαβητών (σημείο στο οποίο οι διατάξεις του νόμου είναι ενδελεχείς), αλλά και της ποιότητας των φορέων εκπαίδευσής τους. Στο σημείο αυτό η Κεντρική Επιτροπή έχει κρίσιμο ρόλο τον οποίο θα πρέπει στην πράξη να επιτελέσει με συνέπεια και συναίσθηση, καθώς είναι επιφορτισμένη με το καθήκον να επιβλέπει την όλη διαδικασία και να επιλέγει αιτιολογημένα –χωρίς όμως συγκεκριμένα κριτήρια που να ορίζει ο νόμος– το διαμεσολαβητή σε περίπτωση διαφωνίας των μερών για την επιλογή του προσώπου του.

 

Τα πιο διαβασμενα