22 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016
Πώς μια υπόθεση διαφθοράς σχετικά με ραδιοτηλεοπτικές άδειες κατέληξε στο ΕΔΔΑ;


Η καταδίκη και η φυλάκιση γνωστού Πολωνού παραγωγού ταινιών δεν παραβίασε τα άρθρα 3 (Απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης), 6 παράγραφος 2 (τεκμήριο αθωότητας) και 6 παράγραφος 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Η υπόθεση αφορούσε ένα σκάνδαλο διαφθοράς στην Πολωνία, που ενέπλεκε τον Lew Rywin, γνωστό παραγωγό ταινιών, και αφορούσε τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες που κινήθηκαν για την τροποποίηση του νόμου περί Ραδιοτηλεοπτικών Υπηρεσιών (Broadcasting Act). Συγκεκριμένα ο Rywin, σύμφωνα με δημοσίευμα εφημερίδας, προσφέρθηκε να βοηθήσει στην τροποποίηση του νόμου περί ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, έτσι ώστε μια συγκεκριμένη εταιρία να μπορέσει να να αγοράσει ένα ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι, με αντάλλαγμα 17.500.000 δολάρια ΗΠΑ (USD), το διορισμό του ίδιου του  Rywin ως προέδρου του καναλιού και τη δέσμευση από την εταιρία να απέχει από δημοσιεύματα που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση. Κατά το ίδιο δημοσίευμα ο Rywin δρούσε υπό τις εντολές συγκεκριμένων υψυλόβαθμων αξιοματούχων, συμπεριλαμβανομένου και του Πρωθυπουργού της χώρας.

Ο δημόσιος κατήγορος ξεκίνησε προκαταρκτικές διαδικασίες εναντίον του Rywin και μια εξεταστική επιτροπή συστήθηκε από το Κοινοβούλιο επί του θέματος. Οι εργασίες της εξεταστικής επιτροπής «έτρεχαν» παράλληλα με την ποινική έρευνα κατά του Rywin και έτυχαν έντονου σχολιασμού από τα μέσα ενημέρωσης. Όταν ολοκληρώθηκε η ποινική έρευνα, o Rywin κατηγορήθηκε για απόπειρα «εμπορίας επιρροής» (trading in influence) και καταδικάστηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η Bουλή ενέκρινε την έκθεση της εξεταστικής επιτροπής, προσδιορίζοντας πέντε υψυλόβαθμους αξιωματούχους που φέρονταν ως ένοχοι σε υπόθεση διαφθοράς αναφορικά με την νομοθετική διαδικασία για την τροποποίηση του νόμου περί Ραδιοτηλεοπτικών Υπηρεσιών. Ο Rywin αναφερόταν στην έκθεση ως «πράκτορας» των προαναφερθέντων αξιωματούχων. Το Εφετείο καταδίκασε τον Rywin για απόπειρα απάτης και τον καταδίκασε σε φυλάκιση δύο ετών και έξι μηνών και σε χρηματική ποινή. Ο Rywin εξέτισε μέρος της ποινής του και στη συνέχεια αποφυλακίστηκε υπό όρους.

Ο Rywin ισχυριστηκε ότι η άμεση έκτιση της ποινής που του επιβλήθηκε θα έθετε σε κίνδυνο την υγεία του λόγω των χρόνιων προβλημάτων του και ζήτησε την αναστολή της. Το δικαστήριο αρχικά απέρριψε το αίτημά του. Ωστόσο ο Rywin επανήλθε και το Εφετείο διέταξε την αποφυλάκιση του μέχρι να γίνει νέα διάγνωση της κατάστασης της υγείας τους, μόνο για να φυλακιστεί ξανά μετά από λίγους μήνες.  Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατέληξε ότι οι αρχές έδειξαν την απαραίτητη προσοχή στην κατάσταση της υγείας του Rywin και οι γενικές συνθήκες της κράτησής του δεν είναι κατακριτέες.

Εν συνεχεία, το Δικαστήριο επισήμανε πως η απόφαση του Κοινοβουλίου βάσει της οποίας συστήθηκε η εξεταστική επιτροπή καθώς και τα ευρήματα της επιτροπής αυτής δεν οδήγησαν σε παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας του Rywin.

Αναφορικά με τις ποινικές διαδικασίες, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι ο Rywin καταδικάστηκε μετά από κατ’ αντιμωλία διαδικασίες στην διάρκεια των οποίων ήταν δυνατόν να υποβάλει ενώπιον των δικαστηρίων οποιονδήποτε ισχυρισμό θεωρούσε χρήσιμο για την υπεράσπισή του. Από την αιτιολογία των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων δεν προέκυψε τίποτε που να υπαινίσσεται ότι οι δικαστές είχαν επηρεαστεί από δηλώσεις των μελών της εξεταστικής επιτροπής ή από τα ευρήματα της έκθεσης της επιτροπής.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι, αναφορικά με την παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, υπήρξαν τρεις δικαστές που υποστήριξαν ότι αυτό παραβιάστηκε, σε αντίθεση με τους άλλους τέσσερις των οποίων η γνώμη -ως υποστηριζόμενη από την πλειοψηφία των δικαστών- τελικά επικράτησε.

Υπενθυμίζεται πως μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την έκδοση της απόφασης, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητήσουν η υπόθεση να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Αν υποβληθεί τέτοιο αίτημα, ένα Συμβούλιο πέντε δικαστών κρίνει, αν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω εξέτασης. Σε περίπτωση που αυτό το Συμβούλιο αποφανθεί θετικά, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου θα κρίνει αμετάκλητα την υπόθεση.

Διαβάστε το Δελτίο Τύπου για την απόφαση εδώ και ολόκληρη την απόφαση στη γαλλική γλώσσα εδώ.

 

Πώς μια υπόθεση διαφθοράς σχετικά με ραδιοτηλεοπτικές άδειες κατέληξε στο ΕΔΔΑ;


Η καταδίκη και η φυλάκιση γνωστού Πολωνού παραγωγού ταινιών δεν παραβίασε τα άρθρα 3 (Απαγόρευση των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης), 6 παράγραφος 2 (τεκμήριο αθωότητας) και 6 παράγραφος 1 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Η υπόθεση αφορούσε ένα σκάνδαλο διαφθοράς στην Πολωνία, που ενέπλεκε τον Lew Rywin, γνωστό παραγωγό ταινιών, και αφορούσε τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες που κινήθηκαν για την τροποποίηση του νόμου περί Ραδιοτηλεοπτικών Υπηρεσιών (Broadcasting Act). Συγκεκριμένα ο Rywin, σύμφωνα με δημοσίευμα εφημερίδας, προσφέρθηκε να βοηθήσει στην τροποποίηση του νόμου περί ραδιοτηλεοπτικών υπηρεσιών, έτσι ώστε μια συγκεκριμένη εταιρία να μπορέσει να να αγοράσει ένα ιδιωτικό τηλεοπτικό κανάλι, με αντάλλαγμα 17.500.000 δολάρια ΗΠΑ (USD), το διορισμό του ίδιου του  Rywin ως προέδρου του καναλιού και τη δέσμευση από την εταιρία να απέχει από δημοσιεύματα που ασκούν κριτική στην κυβέρνηση. Κατά το ίδιο δημοσίευμα ο Rywin δρούσε υπό τις εντολές συγκεκριμένων υψυλόβαθμων αξιοματούχων, συμπεριλαμβανομένου και του Πρωθυπουργού της χώρας.

Ο δημόσιος κατήγορος ξεκίνησε προκαταρκτικές διαδικασίες εναντίον του Rywin και μια εξεταστική επιτροπή συστήθηκε από το Κοινοβούλιο επί του θέματος. Οι εργασίες της εξεταστικής επιτροπής «έτρεχαν» παράλληλα με την ποινική έρευνα κατά του Rywin και έτυχαν έντονου σχολιασμού από τα μέσα ενημέρωσης. Όταν ολοκληρώθηκε η ποινική έρευνα, o Rywin κατηγορήθηκε για απόπειρα «εμπορίας επιρροής» (trading in influence) και καταδικάστηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο. Η Bουλή ενέκρινε την έκθεση της εξεταστικής επιτροπής, προσδιορίζοντας πέντε υψυλόβαθμους αξιωματούχους που φέρονταν ως ένοχοι σε υπόθεση διαφθοράς αναφορικά με την νομοθετική διαδικασία για την τροποποίηση του νόμου περί Ραδιοτηλεοπτικών Υπηρεσιών. Ο Rywin αναφερόταν στην έκθεση ως «πράκτορας» των προαναφερθέντων αξιωματούχων. Το Εφετείο καταδίκασε τον Rywin για απόπειρα απάτης και τον καταδίκασε σε φυλάκιση δύο ετών και έξι μηνών και σε χρηματική ποινή. Ο Rywin εξέτισε μέρος της ποινής του και στη συνέχεια αποφυλακίστηκε υπό όρους.

Ο Rywin ισχυριστηκε ότι η άμεση έκτιση της ποινής που του επιβλήθηκε θα έθετε σε κίνδυνο την υγεία του λόγω των χρόνιων προβλημάτων του και ζήτησε την αναστολή της. Το δικαστήριο αρχικά απέρριψε το αίτημά του. Ωστόσο ο Rywin επανήλθε και το Εφετείο διέταξε την αποφυλάκιση του μέχρι να γίνει νέα διάγνωση της κατάστασης της υγείας τους, μόνο για να φυλακιστεί ξανά μετά από λίγους μήνες.  Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατέληξε ότι οι αρχές έδειξαν την απαραίτητη προσοχή στην κατάσταση της υγείας του Rywin και οι γενικές συνθήκες της κράτησής του δεν είναι κατακριτέες.

Εν συνεχεία, το Δικαστήριο επισήμανε πως η απόφαση του Κοινοβουλίου βάσει της οποίας συστήθηκε η εξεταστική επιτροπή καθώς και τα ευρήματα της επιτροπής αυτής δεν οδήγησαν σε παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας του Rywin.

Αναφορικά με τις ποινικές διαδικασίες, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι ο Rywin καταδικάστηκε μετά από κατ’ αντιμωλία διαδικασίες στην διάρκεια των οποίων ήταν δυνατόν να υποβάλει ενώπιον των δικαστηρίων οποιονδήποτε ισχυρισμό θεωρούσε χρήσιμο για την υπεράσπισή του. Από την αιτιολογία των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων δεν προέκυψε τίποτε που να υπαινίσσεται ότι οι δικαστές είχαν επηρεαστεί από δηλώσεις των μελών της εξεταστικής επιτροπής ή από τα ευρήματα της έκθεσης της επιτροπής.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι, αναφορικά με την παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, υπήρξαν τρεις δικαστές που υποστήριξαν ότι αυτό παραβιάστηκε, σε αντίθεση με τους άλλους τέσσερις των οποίων η γνώμη -ως υποστηριζόμενη από την πλειοψηφία των δικαστών- τελικά επικράτησε.

Υπενθυμίζεται πως μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την έκδοση της απόφασης, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητήσουν η υπόθεση να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου. Αν υποβληθεί τέτοιο αίτημα, ένα Συμβούλιο πέντε δικαστών κρίνει, αν η υπόθεση χρήζει περαιτέρω εξέτασης. Σε περίπτωση που αυτό το Συμβούλιο αποφανθεί θετικά, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου θα κρίνει αμετάκλητα την υπόθεση.

Διαβάστε το Δελτίο Τύπου για την απόφαση εδώ και ολόκληρη την απόφαση στη γαλλική γλώσσα εδώ.

 

Τα πιο διαβασμενα