12 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2016
Συνταγματική η χρήση λιστών με καταθέτες σε τράπεζες του εξωτερικού για την πάταξη της φοροδιαφυγής;


Η λίστα Φαλτσιανί, επανέφερε στο προσκήνιο το θέμα της αξιοποίησης των λιστών με μεγαλοκαταθέτες του εξωτερικού από τη Δικαιοσύνη. Η νομοθετική απάντηση, ήρθε με την υπερψήφιση της τροπολογίας που πρότεινε ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλος, σύμφωνα με την οποία είναι πλέον νόμιμη η χρήση ακόμα και παράνομα κτηθέντων αποδεικτικών μέσων, όταν πρόκειται για οικονομικά εγκλήματα κακουργηματικού χαρακτήρα.

Η αμφισβητούμενη συνταγματικότητα της συγκεκριμένης ρύθμισης πυροδότησε έντονες αντιδράσεις από θεσμικά όργανα της δικαιοσύνης που κάνουν λόγο για «ειδική δικονομική μεταχείριση για συγκεκριμένες κατηγορίες» και για μια διάταξη που «φωτογραφίζει συγκεκριμένη υπό διερεύνηση υπόθεση» καθώς και την παραίτηση 5 εκ των εννέα μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος.

Υπέρ της τροπολογίας τάχθηκε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, υποστηρίζοντας πως η τροπολογία είναι το αποτέλεσμα μιας στάθμισης ανάμεσα  στην ανάγκη προστασίας του απορρήτου και των προσωπικών δεδομένων από τη μία, και στην ανάγκη ακώλυτης απονομής της δικαιοσύνης από την άλλη. Την στήριξή της έδωσε και η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, υπογραμμίζοντας πως «δεν τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας της διάταξης, διότι για τη χρήση του παρανόμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου προβλέπονται από την ίδια αυτή διάταξη συγκεκριμένες προϋποθέσεις, δηλαδή η προκαλούμενη βλάβη να είναι σημαντικά κατώτερη από εκείνη που προκάλεσε η ερευνώμενη πράξη, η απόδειξη της πράξεως να είναι διαφορετικά αδύνατη και ο τρόπος διά του οποίου αποκτήθηκε το αποδεικτικό μέσο να μην προσβάλλει την ανθρώπινη αξία».

Συνταγματική η χρήση λιστών με καταθέτες σε τράπεζες του εξωτερικού για την πάταξη της φοροδιαφυγής;


Η λίστα Φαλτσιανί, επανέφερε στο προσκήνιο το θέμα της αξιοποίησης των λιστών με μεγαλοκαταθέτες του εξωτερικού από τη Δικαιοσύνη. Η νομοθετική απάντηση, ήρθε με την υπερψήφιση της τροπολογίας που πρότεινε ο αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλος, σύμφωνα με την οποία είναι πλέον νόμιμη η χρήση ακόμα και παράνομα κτηθέντων αποδεικτικών μέσων, όταν πρόκειται για οικονομικά εγκλήματα κακουργηματικού χαρακτήρα.

Η αμφισβητούμενη συνταγματικότητα της συγκεκριμένης ρύθμισης πυροδότησε έντονες αντιδράσεις από θεσμικά όργανα της δικαιοσύνης που κάνουν λόγο για «ειδική δικονομική μεταχείριση για συγκεκριμένες κατηγορίες» και για μια διάταξη που «φωτογραφίζει συγκεκριμένη υπό διερεύνηση υπόθεση» καθώς και την παραίτηση 5 εκ των εννέα μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος.

Υπέρ της τροπολογίας τάχθηκε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Νίκος Παρασκευόπουλος, υποστηρίζοντας πως η τροπολογία είναι το αποτέλεσμα μιας στάθμισης ανάμεσα  στην ανάγκη προστασίας του απορρήτου και των προσωπικών δεδομένων από τη μία, και στην ανάγκη ακώλυτης απονομής της δικαιοσύνης από την άλλη. Την στήριξή της έδωσε και η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου, υπογραμμίζοντας πως «δεν τίθεται ζήτημα αντισυνταγματικότητας της διάταξης, διότι για τη χρήση του παρανόμως κτηθέντος αποδεικτικού μέσου προβλέπονται από την ίδια αυτή διάταξη συγκεκριμένες προϋποθέσεις, δηλαδή η προκαλούμενη βλάβη να είναι σημαντικά κατώτερη από εκείνη που προκάλεσε η ερευνώμενη πράξη, η απόδειξη της πράξεως να είναι διαφορετικά αδύνατη και ο τρόπος διά του οποίου αποκτήθηκε το αποδεικτικό μέσο να μην προσβάλλει την ανθρώπινη αξία».

Τα πιο διαβασμενα